Τι αποκαλύπτει η έκθεση πεπραγμένων της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών για το 2022
Η ΕΥΠ – υπό το γραφείο του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη -, καθώς και η Αντιτρομοκρατική (Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας – ΔΑΕΕΒ), απέκρυψαν από την ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών), συνολικά 6.705 άρσεις απορρήτου, τις οποίες είχε ζητήσει η εισαγγελέας της ΕΥΠ για λόγους «εθνικής ασφάλειας».
Μέσω αυτής της καθυστέρησης, ΕΥΠ και Αντιτρομοκρατική έκρυψαν από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή χιλιάδες άρσεις απορρήτου, καθιστώντας αδύνατο τον οποιονδήποτε έλεγχο, αφού η ΑΔΑΕ αγνοούσε την ύπαρξή τους.
Την αποκάλυψη αυτή φέρνει στο φως της δημοσιότητας το insidestory.gr, επικαλούμενο την έκθεση πεπραγμένων της ΑΔΑΕ για το έτος 2022, η οποία δημοσιεύθηκε αργά το βράδυ της Τετάρτης (31/01).
Σύμφωνα με την έκθεση, η ΕΥΠ, με μεγάλη καθυστέρηση, απέστειλε στην ΑΔΑΕ κατά το έτος 2022 επιπλέον 717 εισαγγελικές διατάξεις που αφορούσαν το έτος 2021 και δεν είχαν παραδοθεί νωρίτερα. Η ΔΑΕΕΒ από την πλευρά της είχε παραλείψει να αποστείλει στην ΑΔΑΕ 5.988 εισαγγελικές διατάξεις για το 2021 και επίσης το έκανε εντός του 2022.
Η ενημερωτική ιστοσελίδα αθροίζει τον αριθμό των «ξεχασμένων» διατάξεων άρσης απορρήτου για λόγους εθνικής ασφαλείας στο νούμερο που γνωρίζαμε μέχρι τώρα για το 2021 -με βάση την προηγούμενη έκθεση πεπραγμένων της ΑΔΑΕ – υπολογίζοντας ότι αντί για 15.475 είναι 22.180. Το αντίστοιχο νούμερο το 2020 ήταν 13.751 εισαγγελικές διατάξεις. Πρόκειται για αύξηση της τάξης του 62% μέσα σε έναν χρόνο.
Ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), Χρήστος Ράμμος, στον πρόλογο της έκθεσης πεπραγμένων αναφέρεται στις αντιδράσεις εκείνων, «οι οποίοι για πολλούς και ποικίλους λόγους, δεν ήθελαν να προχωρήσουν οι έρευνες και οι έλεγχοι της ΑΔΑΕ και, σε κάθε περίπτωση, δεν ήθελαν να γίνουν γνωστά τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών».
Αντιδράσεις, που όπως αναφέρει «εξελίχθηκαν σε κάποιες περιπτώσεις σε σοβαρές αντιθεσμικές παρεμβάσεις, μέσω των οποίων αμφισβητήθηκε η ίδια η ανεξαρτησία της Αρχής, με απειλητικούς μάλιστα υπαινιγμούς ότι σε περίπτωση που τα επιτασσόμενα με τις παρεμβάσεις αυτές δεν θα ετηρούντο από την Αρχή, θα ετίθετο θέμα ασκήσεως ποινικών διώξεων εις βάρος των μελών και του προσωπικού της Αρχής ακόμη και για εξαιρετικά σοβαρές κακουργηματικές πράξεις».
Ευτυχώς, σημειώνει ο κ. Ράμμος, «η ΑΔΑΕ κατάφερε να αγνοήσει τις αντιδράσεις αυτές και να ‘’σταθεί όρθια’’. Πράττοντας αποφασιστικά και όσο πιο καλά μπορούσε, μέσα σε αυτό το εξόχως αρνητικό κλίμα, το συνταγματικό της καθήκον, που δεν είναι άλλο από το να διασφαλίζει το ‘’απολύτως’’ κατά το ίδιο το Σύνταγμα και τόσο ευαίσθητο δικαίωμα στο απόρρητο των επικοινωνιών».