Βήμα-βήμα το μεγάλο ριφιφί στην Εθνική Πινακοθήκη
«Είχα αποφασίσει να κλέψω κάποιον πίνακα από την Εθνική Πινακοθήκη αλλά δεν ήξερα ποιον να πάρω». Με τα λόγια αυτά προσπάθησε ο 49χρονος δράστης της κλοπής των δύο έργων τέχνης από την Εθνική Πινακοθήκη, της «ληστείας του αιώνα», να κερδίσει την «κατανόηση» των αστυνομικών για την πράξη του, κατά την προανακριτική του απολογία, στην οποία περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τον τρόπο της δράσης του, πριν από δέκα σχεδόν χρόνια, το 2012.
Ο 49χρονος δράστης της κλοπής των πινάκων:
«Ο καημός μου ήταν να τους επιστρέψω», ισχυρίστηκε στους αστυνομικούς ο 49χρονος οικοδόμος, προσθέτοντας πως ξέσπασε σε κλάματα μόλις έμαθε πως βρέθηκαν οι δύο από τους τρεις πίνακες που είχε κλέψει από την Εθνική Πινακοθήκη.
Τους είχε κρύψει, μέσα σε σακούλες, σε ένα ρέμα στο Πόρτο Ράφτη, είπε κι ήλπιζε να τους βρει κάποιος και να τους παραδώσει… Όσο για τον τρίτο πίνακα, τον είχε καταστρέψει ο ίδιος, υποστήριξε κι επέμεινε πως κανέναν δεν σκόπευε να πουλήσει.
Όλη η προανακριτική απολογία του δράστη
«Θέλω να σας πω κάτι ακόμα που έκανα πριν από πολλά χρόνια και το έχω βάρος στην συνείδηση μου και δεν μπορώ να κοιμηθώ. Το 2012 είχα μπει στην Εθνική Πινακοθήκη και είχα πάρει 3 πίνακες. Θα σας πω τα πάντα με όσες λεπτομέρειες θυμάμαι. Ζητώ μόνο την κατανόηση σας γιατί έχουν περάσει περίπου 9,5 χρόνια έχω ήδη υποστεί ένα εγκεφαλικό επεισόδιο.. Σκοπός μου είναι να συνεργαστώ απόλυτα με τις αρμόδιες αρχές ώστε να ανακτηθούν πλήρως οι πίνακες . Έχω μετανιώσει πάρα πολύ για την πράξη μου. Από πάντα με ενδιέφεραν τα έργα τέχνης…»
«Έκανα συνεχείς επισκέψεις στην Εθνική Πινακοθήκη και απέκτησα οικειότητα με τα έργα και τον χώρο ώσπου πίστεψα ότι ένα από αυτά μπορεί να γίνει δικό μου. Αυτές οι σκέψεις με βασάνιζαν 2 χρόνια περίπου και με οδήγησαν να κάνω το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου.
Έμαθε την Πινακοθήκη σαν την παλάμη του
«Για περίπου 6 μήνες πριν από την κλοπή έκανα πολλές επισκέψεις… Λόγω της ενασχόλησής μου με τις οικοδομές γνώριζα τα οικοδομικά υλικά και μπορούσα να καταλάβω πού υπήρχε τσιμεντένιος τοίχος και πού γυψοσανίδα. Καθόμουν ώρες στο εσωτερικό παρατηρώντας όχι μόνο τα έργα τέχνης αλλά και τη διαμόρφωση του χώρου τη συμπεριφορά των φυλάκων, πού υπήρχαν παράθυρα, κάμερες… Επίσης το ίδιο έκανα και στον περιβάλλοντα χώρο. Έπαιρνα καφέ και καθόμουν για ώρες γύρω από την πινακοθήκη . Δεν θυμάμαι πόσες βραδιές καθόμουν κρυμμένος στα φυτά και παρατηρούσα τους φύλακες. Μπορεί να το είχα κάνει και πάνω από 50 φορές μόνο το τελευταίο 6μηνο πριν από την κλοπή. Έτσι κατάφερα και απέκτησα πάρα πολύ καλή γνώση των συστημάτων ασφαλείας. Ήξερα όλες τις συνήθειες των φυλάκων, πότε άλλαζαν βάρδια, ποιος κάπνιζε ποιος έβγαινε στον κήπο… Ήξερα ότι είχαν μειωθεί τον τελευταίο καιρό λόγω της οικονομικής κρίσης, ήξερα ότι υπήρχε και συναγερμός».
«Έτσι, αποφάσισα να κάνω την κλοπή. Δεν είχα αποφασίσει ποιο έργο θα έπαιρνα αλλά μόνο ότι ήθελα να πάρω κάποιο. Πήγα στο Μοναστηράκι, αγόρασα μαύρες αρβύλες, υφασμάτινα γάντια, μαύρο παντελόνι, ένα μαύρο μπλουζάκι, μια μαύρη κουκούλα που άφηνε ακάλυπτα μόνο τα μάτια και ένα μαύρο σάκο… Από τα οικοδομικά μου εργαλεία χρησιμοποίησα ένα σφυρί, ένα σιδερένιο καλέμι και ένα κοπίδι».
Βήμα-βήμα η «ληστεία του αιώνα»
«Έμενα στο σπίτι θείου μου… Μπήκα στο πάρκο και πήγα σε μια ξύλινη αποθήκη που ήταν εκεί μπήκα και άλλαξα τα ρούχα μου και κατά τις 9 το βράδυ βγήκα και πήγα προς την πινακοθήκη…
Με τα χέρια μου προσπάθησα να ανοίξω τα φύλλα της μπαλκονόπορτας. Στην δεύτερη ή τρίτη προσπάθεια κατάλαβα ότι οι μπαλκονόπορτες ήταν ανασφάλιστες και θα άνοιγαν αν τραβούσαν πιο δυνατά. Μόλις κουνήθηκε λίγο η μπαλκονόπορτα ακούστηκε ένα μπιπ το οποίο κατάλαβα ότι θα καλούσε το φύλακα. Ήξερα ότι εκείνη την ώρα ήταν μόνο ένας φύλακας. Έτσι, ξαναένωσα τα δυο φύλλα που είχαν ανοίξει περίπου δυο εκατοστά και πήγα στο παράθυρο. Έβγαλα το σφυρί, έσπασα το τζάμι δημιουργώντας μια τρύπα γνωρίζοντας ότι έχω χρόνο να το κάνω αφού ήξερα πόσο χρόνο χρειάζεται ο φύλακας για να έρθει. Μετά από λίγο άκουσα και τον φύλακα να βαδίζει στο εσωτερικό….
Αρχικά σκέφτηκα ότι δεν θα καταφέρω να περάσω στο χώρο με τα εκθέματα. Μάζεψα το σάκο, πήδηξα στο εξωτερικό τοιχίο και βγήκα στο πεζοδρόμιο της Βασιλέως Κωνσταντίνου. Βάδισα λίγα μέτρα προς τα κάτω και μπήκα στην αυλή πηδώντας τον τοίχο. Κάθισα σε κάτι τραπεζάκια , δίπλα σε ένα σπιτάκι και κάπνισα μερικά τσιγάρα. Τα αποτσίγαρα τα μάζεψα σε ένα σακουλάκι. Είκοσι λεπτά μετά ξαναγύρισα στο ίδιος σημείο. Άνοιξα την μπαλκονόπορτα, η οποία ήταν όντως ξεκλείδωτη, άκουσα το μπιπ μπήκα μέσα και την ξαναέκλεισα. Στάθηκα στον εσωτερικό διάδρομο και έστησα αυτί στην γυψοσανίδα. Μετά από λίγο άκουσα το φύλακα. Έμεινε εκεί κάποια δευτερόλεπτα τον άκουσα να μουρμουρίζει κάτι. Θεώρησα ότι είχε αρχίσει να εκνευρίζεται και έβριζε μόνος του γιατί δεν μπορούσε να βρει τι συμβαίνει αφού δεν έβλεπε την μπαλκονόπορτα».
Μέχρι τα ξημερώματα παρέμεινε ο δράστης στην Πινακοθήκη
«Τότε αποφάσισα ότι εκνευρίζοντας τον φύλακα είναι ο καλύτερος τρόπος να πραγματοποιήσω την κλοπή κάνοντας τον να πιστέψει ότι υπάρχει τεχνικό πρόβλημα στις ζώνες του συναγερμού. Έτσι επανέλαβα την ίδια διαδικασία αρκετές φορές. Ανοιγόκλεινα την μπαλκονόπορτα χωρίς να μπαίνω μέσα. Νομίζω ότι τις τελευταίες φορές που ανοιγόκλεισα την μπαλκονόπορτα δεν άκουσα τον φύλακα να έρχεται. Έμεινα στο σημείο μέχρι τις 4 τα ξημερώματα. Εκείνη την στιγμή άνοιξα την μπαλκονόπορτα και μπήκα μέσα αφήνοντας την ανοιχτή.
Στο χώρο ήταν κάπως σκοτεινά αλλά είχε επαρκή φωτισμό ώστε να βλέπω τι κάνω. Ακούμπησα τα χέρια μου στο έδαφος …εντόπισα το σημείο της ένωσης γυψοσανίδων ασκώντας πίεση άνοιξε η γυψοσανίδα και έπεσαν μικροί πίνακες που είχε πάνω της. Ήμουν σχεδόν σίγουρος ότι ο φύλακας δεν θα έρθει… Μπήκα μπουσουλώντας στον κυρίως χώρο τράβηξα τον σάκο …Το μέρος που μπήκα ήταν μια αίθουσα που σχεδόν απέναντι είχε σκάλες. Πήγα περπατώντας μέχρι τις σκάλες και άρχισα να τις ανεβαίνω μπουσουλώντας. Μπήκα μπουσουλώντας στην αίθουσα και άρχισα να κουνάω τα χέρια μου ώστε να καταλάβω αν δουλεύουν τα ραντάρ του συναγερμού.
Επειδή δεν άκουσα κανέναν συναγερμό υπέθεσα πως ο φύλακας τον είχε απενεργοποιήσει. Σηκώθηκα όρθιος και βρέθηκα μπροστά στον πίνακα του Πικάσο. Τον ξεκρέμασα με την κορνίζα που ήταν βαριά, τον άφησα στην άκρη της σκάλας και πήρα άλλον έναν πίνακα του Μοντριάν ενώ ξεκρέμασα έναν ακόμη…
Χρειάστηκε 5 με 7 λεπτά για να βγάλει τις κορνίζες γιατί δεν χωρούσαν στο σάκο. Δεν θυμάμαι πως τις έβγαλα…»
«Κύριος» ο ληστής, γύρισε σπίτι με ταξί
«Έβαλα στο σάκο τους δυο πίνακες και εκείνη την ώρα άκουσα τον φύλακα να έρχεται και να φωνάζει κλέφτης- κλέφτης σταμάτα. Δεν γύρισα να τον κοιτάξω καθόλου. Σηκώθηκα και χωρίς να πως τίποτα κάνοντας τρία τέσσερα βήματα χώθηκα στην τρύπα που είχα ανοίξει ανάμεσα στις γυψοσανίδες. Βγήκα στο ταρατσάκι και πέρασα στο πεζοδρόμιο. Τη στιγμή εκείνη μου φαίνεται ότι κόπηκα από κάποια γυαλιά πήρα ένα χαρτί που είχε επάνω του ένα σχέδιο το οποίο ήταν έκθεμα σκούπισα το χέρι μου και το έβαλα στην τσέπη μου.
Βγήκα στην Λ. Β. Κωνσταντίνου τρέχοντας άκουγα τον συναγερμό της πινακοθήκης να χτυπάει και σειρήνες περιπολικών. μπήκα στην αποθηκούλα απέναντι από το πάρκο… Οι αστυνομικοί έψαξαν το πάρκο αλλά δεν άνοιξαν την αποθήκη γιατί η πόρτα ήταν κλειστή. Βγήκα μετά από πολύ ώρα. Πήγα στη στάση του λεωφορείου. Δεν είχε πολλή αστυνομία… ρώτησα δυο κοπέλες τι συμβαίνει και τελικά επέστρεψα σπίτι με ταξί…»
Το ματωμένο σχέδιο ήταν μολύβι και το πέταξε στη λεκάνη της τουαλέτας.
«Τους πίνακες αρχικά τους έκρυψα σε έπιπλο της μεγάλης τουαλέτας στο σπίτι. Τα ρούχα και τα εργαλεία τα πέταξα τις επόμενες ημέρες στα σκουπίδια».
«Μόνος μου έκλεψα τους πίνακες»
«Η κλοπή σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε αποκλειστικά από εμένα. Δεν υπήρχε συνεργός.
Τους πίνακες δεν είχα σκοπό να τους πουλήσω ούτε έκανα ποτέ καμία τέτοια προσπάθεια. Εγώ βρισκόμουν μεταξύ Ελλάδας Ολλανδίας και Αγγλίας. Κάποια στιγμή εκμυστηρεύτηκα σε μια κοπέλα που είχα σχέση στην Αγγλία ότι είχα τους πίνακες αλλά δεν έδωσε βάση στα λεγόμενα μου».
Κάποια στιγμή, όπως αναφέρει πανικοβλήθηκε από δηλώσεις που είδε στον Τύπο καθώς θεώρησε ότι τον «φωτογραφίζουν» λέγοντας ότι πρόκειται για δράστη υπεράνω υποψίας.
«Γύρισα στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 2021 για οικογενειακούς λόγους, ιδιαίτερα ψυχικά φορτισμένος και τότε τύλιξα μέσα σε πλαστικές σακούλες του πίνακες και κάποια μέρα του Μαΐου τους πήρα και πήγα μόνος μου στο Πόρτο Ράφτη».
Πήγε σε ένα ρέμα και έκρυψε τους πίνακες
«Έφυγα και γύρισα μετά από μια-δυο ημέρες για να ελέγξω. Πήγα στο σημείο αλλά δεν τους βρήκα. Εκείνη την στιγμή ανακουφίστηκα γιατί υπέθεσα πως κάποιος τους βρήκε οπότε θα τους παραδώσει. Την ημέρα που τους άφησα με είχε δει ένας νεαρός…
Σήμερα με πλησίασαν αστυνομικοί και μου ζήτησαν να τους ακολουθήσω … Προσφέρθηκα αβίαστα και με ανακούφιση να βοηθήσω.
Πήγαμε στο σημείο που τους έδειξα. Τελικά οι πίνακες ήταν 10 μέτρα παρακάτω από το σημείο που τους έδειχνα. Όταν άκουσα τον αστυνομικό να λέει ότι βρήκαν το δέμα κατάλαβα ότι βρέθηκαν, ξέσπασα σε κλάματα και έπεσα στο έδαφος ευχαριστώντας τους. Τόσο μεγάλος ήταν ο καημός μου να τους επιστρέψω.
Έχω μετανιώσει σκληρά. Δηλώνω την πλήρη μεταμέλειά μου. Ξέρω ότι θα τιμωρηθώ αλλά ζητώ επιείκεια».
Στον ανακριτή την Τετάρτη ο 49χρονος
Αύριο το πρωί ο 49χρονος κατηγορούμενος θα οδηγηθεί στον ανακριτή, ο οποίος εξέδωσε σε βάρος του ένταλμα σύλληψης για διακεκριμένη περίπτωση κλοπής κατά συναυτουργία , τετελεσμένη και σε απόπειρα πραγμάτων καλλιτεχνικής σημασίας που βρίσκονταν σε συλλογή εκτεθειμένα σε κοινή θέα και σε δημόσιο κτήριο.
Κατά τη διάρκεια πάντως των 9 αυτών ετών, η δικογραφία είχε τεθεί στο αρχείο ως αγνώστων δραστών και ανασύρθηκε μόνο μετά τη σύλληψη και ομολογία του κατηγορούμενου.
Ο δικηγόρος του 49χρονου, κ. Σάκης Κεχαγιόγλου δήλωσε για την υπόθεση: «Αποτελεί αδιαμφισβήτητη επιτυχία της Ελληνικής Αστυνομίας και του Τμήματος Διαρρηκτών η εξιχνίαση της πολύκροτης αυτής υπόθεσης και ως πολίτης εκφράζω την ικανοποίησή μου για την ανάκτηση από την Εθνική Πινακοθήκη και το Ελληνικό Κράτος δύο ανεκτίμητων έργων τέχνης.
»Αποτελεί αδιαμφισβήτητο επίσης γεγονός ότι στην ανεύρεση και ανάκτηση αυτή καθοριστικό ρόλο έπαιξε ο εντολέας μου, με την εξαρχής πλήρη συνεργασία του με τις διωκτικές αρχές και την έμπρακτη μεταμέλεια που επέδειξε».